Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

αυτό δεν παίρνεται υπ'

  • 1 όψη

    [-ις (-εως)] η
    1) взгляд; εκ πρώτης όψεως с первого взгляда; εξ όψεως с виду; на вид, по виду; κατ' όψιν по виду; 2) (внешний) вид; форма (вещи); облик, внешность, наружность (человека); γνωρίζω εξ όψεως знать в лицо;

    χάλασε η όψη — а) (вещь) испортилась, потеряла вид; — б) он изменился в лице;

    3) сторона;

    προσθία όψη — фасад;

    4) лицевая сторона (ткани); лицо (разг);

    § έχω υπ' όψη — иметь в виду, не забывать;

    δεν ξχω υπ' όψη — не знаю;

    παίρνω υπ' όψη — или λαμβάνω υπ' όψιν — принимать во внимание, учитывать;

    αυτό δεν παίρνεται υπ' όψη — это не принимается во внимание, не учитывается;

    αν πάρουμε υπ' όψη — если учесть;

    μην τα παίρνεις υπ' όψ' — не принимай всерьёз; — не обращай внимания;

    εν

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > όψη

См. также в других словарях:

  • γλώσσα — I Όργανο με το οποίο ο άνθρωπος αναλύει και αντικειμενοποιεί την εμπειρία του με τη βοήθεια φωνητικών συμβόλων (λέξεων) που έχουν διαφορετική μορφή και διαφορετικές αμοιβαίες σχέσεις σε κάθε ιστορική κοινότητα. Πιο συγκεκριμένα, λέγοντας γ.… …   Dictionary of Greek

  • παραστατική γεωμετρία — Το σύνολο των γεωμετρικών μεθόδων για την παράσταση σχημάτων του χώρου στο επίπεδο. Η παράσταση είναι τέτοια, ώστε να επιτρέπει την αντίληψη του ίδιου του σχήματος και την (έμμεση) μελέτη των ιδιοτήτων του. Από τις μεθόδους της π.γ. θα αναφερθούν …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»